Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2008

Για τον Τσόκο..


Το κείμενο αυτό είναι ένα αντίο στον γλυκό μας Choco, το καφέ λαμπραντόρ που μας έκανε συντροφιά σχεδόν 3 χρόνια και έφυγε με άσχημο και άδικο τρόπο ένα πρωί Σαββάτου. Όσοι διαβάζετε αυτό το κείμενο και είχατε δει τον Τσοκο έστω και μια φορά νομίζω ότι θα συμφωνήσετε πως ο Τσοκο ήταν ένα συμπαθητικό, κοινωνικό τετράποδο που όταν σε κοίταζε με τα υπέροχα πράσινα μάτια του, ξέχναγες οποιαδήποτε <<αταξία>> είχε κάνει. Τόσο γλυκός και αστείος σκύλος!
Μου έρχονται στο μυαλό όλες οι στιγμές που περάσαμε μαζί του και είναι αλήθεια γεμάτες συναισθήματα. Από την πρώτη μέρα, που τον είχαμε στο σαλόνι μέσα σε μια χάρτινη κούτα, ένα μωράκι 2 μηνών τόσο γλυκό, μικρό και χνουδωτό και τσακωνόμασταν για το ποιος θα το πρωτοκρατήσει στην αγκαλιά του· και αργότερα που έπαθε το ατύχημα του που τον έκανε να κουτσαίνει μιας και ράγισε το μπροστινό του πόδι και λίγο καιρό μετά από αυτό, μια ανίδεη κύρια στη Χάλκη τον πάτησε με την καρέκλα της σε μια καφετέρια, στο χτυπημένο πόδι του και σχεδόν δακρύσαμε όταν ακούσαμε την πονεμένη κραυγούλα του. Τότε ήταν που βγάλαμε και το όνομα του. Choco: γιατί είναι καφέ και ακαταμάχητος όσο η σοκολάτα!
Όταν ο Τσόκο μεγάλωσε λίγο τον πηγαίναμε βόλτες (στην παλιά μας γειτονιά ακόμα) και όλοι μας σταματούσαν για να τον δουν και να τον χαϊδέψουν. Όταν έβρεχε, ο Τσοκο έμπαινε στο σπίτι και κοιμόταν στη κουζίνα, μπροστά από τη παλιά μας σόμπα. Όταν μετακομίσαμε ο Τσοκο ήταν πολύ χαρούμενος. Έσκαβε τον κήπο, έτρεχε πάνω κάτω συνέχεια και είχε χώρο να κάνει μεγάλες βόλτες. Στο νέο σπίτι είχαμε χρόνο και χώρο και του δίναμε όλοι περισσότερη προσοχή. Όταν έδινα πανελλήνιες εξετάσεις και είχα άγχος, ο Τσόκο ήταν η μόνη μου παρέα και σύντροφος μου στις βόλτες μου στο Μοντε σμιθ. Εγώ του μίλαγα και εκείνος έτρεχε και έπαιζε δίπλα μου (προφανώς ανήμπορος να αντιδράσει στην ακατάσχετη πολυλογία μου), οπότε όταν γυρίζαμε, μετά από αρκετή ώρα, στο σπίτι, ήμαστε και οι δύο πιο χαρούμενοι και –τουλάχιστον για μένα- λιγότερο στρεσαρισμένοι. Όταν οι εξετάσεις τελείωσαν, καθόμασταν με τους φίλους και την αδερφή μου στην αυλή και ο Τσόκο ήταν πάντα εκεί. Ξάπλωνε δίπλα μας, μας έκανε παρέα και εμείς πάντα τον θέλαμε κοντά μας. Ακόμα και ένας συμμαθητής μου από το σχολείο, που είχε φοβία με τους σκύλους και αρχικά τον έδιωχνε, κατέληξε να παίζει μαζί του και να τον χαϊδεύει.
Ένα από αυτά τα βράδια θυμάμαι, ο μπαμπάς μου έβαλε τιμωρία τη Χαριτωμένη επειδή φίλαγε τον Τσόκο, προσπαθώντας να εκφράσει την αγάπη που του είχε. Δεν θα ξεχάσω ποτέ, πόσο πολύ είχε τρομάξει, όταν ένα μεσημέρι που γυρίσαμε σπίτι η πόρτα του κήπου ήταν ανοικτή και ο Τσόκο έλειπε. Ήταν η μέρα που τη μαμά μου την τράκαρε <<το Τζενάκι>>. Όταν κάποια ώρα αργότερα βρήκαμε τον Τσόκο, με τον Γιώργο που είχαμε βγει με το αυτοκίνητο για να τον ψάξουμε, η αδερφή μου έκλαιγε με λυγμούς από το σοκ και τη χαρά. Και πραγματικά ο Τσοκο μας έδινε πολύ χαρά. Δεν τον φωνάζαμε πάντα Τσόκο είναι η αλήθεια. Γελάω και τώρα που το σκέφτομαι, πως κουνιότανε όταν τον λέγαμε «σουπιά μελανούχα» και του τραγουδούσαμε το «Τσικουλάτα-τσικιτά» ή όταν εγώ χοροπηδούσα μπροστά του τσιρίζοντας το «γουστάρω να χορεύω»! Τον Τσόκο τον λέγανε επίσης Αρκούδα, θηρίο, ζωντανό, ΤΕΡΑΣ, «ρε!» αλλά και σκιόλο ;) ! Το τελευταιο προέκυψε την 1η φορά που η μαμά μου έφτιαξε κινέζικο και ο Τσόκο το τίμησε δεόντως. Ποτέ δεν θα ξεχάσω όμως το αγαπημένο μου όνομα, το «μεθυσμένος σκύλος», που το απέκτησε όταν με ένα πλαστικό μπουκάλι στο στόμα του, άρχισε να σχηματίζει απροσδιόριστα οχτάρια στην αυλή σαν μπεκρής! Ήταν τόσο αστείο που όλοι καθόμασταν, τον χαζεύαμε και γελούσαμε.
Ο Τσόκο ήταν πάντα εκεί , στα καλά και στα άσχημα. Ο πρώτος που με υποδεχόταν όταν γύριζα από τη βραδινή μου έξοδο και άνοιγα τη πόρτα σιγά-σιγά για να μην τον χτυπήσω, μετά το μήνυμα της μαμάς μου: «προσοχή Τσόκο μέσα». Σηκώνοταν αργά, παραμέριζε για να περάσω και ξανακοιμότανε σε μια πολύ αστεία στάση «γιόγκα», με τα ποδαράκια του σταυρωμένα στον αέρα.
Πολλοί από εσάς που διαβάζετε αυτό το κείμενο, έχετε η είχατε κάποτε σκύλο και έτσι γνωρίζετε πόσο εύκολα δένεται κανείς με αυτά τα συμπαθέστατα τετράποδα που αναγνωρίζουν πάντα και ευγνωμονούν αυτόν που τους φέρετε καλά, αλλά και συγχωρούν αυτόν που θα φερθεί άσχημα. Θα γνωρίζετε επίσης, αν ασχολείστε με σκύλους πως για να είναι τα ζώα αυτά ισορροπημένα και κοινωνικά, πρέπει να έρχονται σε επαφή με ανθρώπους, να ανακαλύπτουν και να εξερευνούν, να μην είναι συνεχώς δεμένα με μια αλυσίδα που περιορίζει τις κινήσεις τους. Ο Τσόκο τα πρωινά πήγαινε στο μαγαζί μας. Εκεί έπαιζε στην αλάνα, στριφογύριζε ανάμεσα στα πόδια των πελατών και έκανε βόλτες με τον Μαξ, ένα ευγενικό λυκόσκυλο το οποίο ο μπαμπάς μου περιέθαλψε όταν το βρήκε σε μία άθλια κατάσταση, παρατημένο και κακοποιημένο από κάποιους οι οποίοι κυκλοφορούν ανάμεσά μας και θέλουν
Να ονομάζονται άνθρωποι. Ο Μαξ το γλυκύτατο λυκόσκυλο ήταν μάρτυρας στη δολοφονία του φίλου του, του Τσόκο, από «ανθρώπους» που σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο όπως αυτοί που βασάνισαν τον ίδιο όταν ήταν κουτάβι. Όση ώρα ο μπαμπάς μου προσπαθούσε να παρέχει τις πρώτες βοήθειες στον Τσόκο που ξεψυχούσε ανήμπορος να αποβάλλει τη φονική φόλα που έφαγε, ο Μαξ γάβγιζε και στριφογύριζε τρελαμένος, ξέροντας πως χάνει τον φίλο του. Ο μπαμπάς μου προσπάθησε να σώσει τον αδερφό μας, όμως ο Τσόκο δεν τα κατάφερε. Δε γνωρίζω τι κουβαλάει ο καθένας στη ψυχή του, ή τι σκέφτεται όταν δηλητηριάζει αθώα ζώα, όμως θέλω να πιστεύω πως στο μέλλον ο θάνατος σκύλων από φόλα δεν θα είναι ένα τόσο συνηθισμένο φαινόμενο.Και αν ποτέ σας περάσει απ το μυαλό να τα βάλετε με έναν σκύλο-(και αν είστε τέτοια άτομα καιρός να κάνετε την αυτοκριτική σας)-τότε σκεφτείτε πως αυτό το σκυλάκι που δεν έχει τη μισή από τη δύναμή σας (άλλωστε ποτέ δεν θα σας δηλητηρίαζε σκύλος και γενικότερα δεν θα σας έβλαπτε με τόσο ύπουλο τρόπο), σκεφτείτε λοιπόν πως αυτό το πλάσμα ίσως χαρίζει χαρά σε κάποιους που χάνοντας το, χάνουν ένα κομμάτι από τη ζωή τους, ένα σύντροφο, ένα φίλο.. Τσόκο, σ’ αγαπήσαμε όσο μας αγάπησες..

1 σχόλιο:

Fithos είπε...

mporei na ton fovomouna ligo alla ofeilw na omologhsw oti htan poly sympa8itikos k 8a m leipsei...ta sylhphthria m...megalo krima