Κάνε βόλτες μαζί μου μέχρι να βρούμε ένα μέρος να κάτσουμε και χαμογέλασε μου όταν αποφασίσω πως θέλω να πάμε κάπου αλλού. Χάιδεψε μου τα μάγουλα. Δοκίμασε το νερό με το χέρι σου και λούσε τα μαλλιά μου.
Σκούπισε με, με μια απαλή και αφρατη πετσέτα που μυρίζει λεβάντα και βάλε με για ύπνο. Τραγούδα και νανούρισε με μέχρι να αποκοιμηθώ. Θέλω να μείνεις ξύπνιος και να με κοιτάς ως το πρωί, που θα ανοίξω τα μάτια μου. Να μου πεις καλημέρα και να με φιλήσεις γλυκά.
Βλέπεις, έχω ανάγκη από στοργή, φροντίδα και προδερμ όταν βγάζω τα τακούνια της μαμάς μου.
Και δεν θέλω να σαι εκεί για να μου βάλεις τις φωνές, αλλά για να παίξεις μαζί μου και να μου χαρίσεις τη νίκη.
Λοιπόν, θα είσαι;
Και μερικές φορές το μπαλόνι φεύγει από το χέρι μου. Τα ποπ-κορν μου πέφτουν βαριά, το παγωτό λιώνει πριν το φάω και το μαλλί της γριάς κολλάει στο χέρι μου.
Κανένα μέρος δεν μου αρέσει για να κάτσω και καμία απόφαση δεν μου μοιάζει σωστή. Οι πετσέτες είναι στα άπλυτα, το νερό είναι κρύο και η φωνή σου έχει κλείσει.
Μπορείς ακόμα και αυτές τις μέρες να σαι τρυφερός:
Ξέρω πως είναι δύσκολο, αλλά το “Johnson’s” δεν κάνει θαύματα.
Μερικές φορές ακόμα, τα μάτια μου τσούζουν.